Βλέφαρον ιλλωπίζον
Ε. Γ. Ουέλλς: «Ο Αόρατος», μετάφραση: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
φιλολογική επιμέλεια: Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Λαμπρινή Τριανταφυλλοπούλου, επίμετρο: Πέγκυ Καρπούζου, σχέδια: Εύη Τσακνιά, εκδ. Κίχλη, σ. 296,
Ο άγγλος Χέρμπερτ Τζορτζ Γουέλς, γνωστός και από το διάσημο βιβλίο του «Η μηχανή του χρόνου», επαναφέρει στον «Αόρατο άνθρωπο» έναν παλιό μύθο, γνωστό ακόμη από τον βοσκό Γύγη στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Βρισκόμαστε στο 1897 όταν δημοσιεύεται το μυθιστόρημα, ένα χρόνο μετά την ανακάλυψη των ακτίνων Ρέντγκεν, ο θετικισμός θριαμβεύει και η επιστημονική φαντασία με τον Ιούλιο Βερν οργιάζει. Ο Γουέλς, ο Στήβενσον με την «Παράξενη υπόθεση του Δόκτορος Τζέκυλ και του Κυρίου Χάυντ», η Μαίρη Σέλλεϋ με τον «Φρανκεστάιν» ο οποίος έχει προηγηθεί, θέτουν τα πρώτα ηθικά διλήμματα για τον ρόλο της επιστήμης και της τεχνολογίας, ρίχνοντας ένα σκοτεινό φως στις επιστημονικές ανακαλύψεις και τις ανεξέλεγκτες δυνατότητες των σύγχρονων Προμηθέων.
Τέσσερα χρόνια αργότερα ο «Αόρατος» δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Το Άστυ» χωρίς όνομα μεταφραστή. Η πρώτη μορφή του έργου είναι στα αγγλικά από τις εκδόσεις «Pearson» -«The Ιnvisible Μan»- αλλά η μετάφραση γίνεται «εκ του Γαλλικού», που ήταν ο κανόνας εκείνη την εποχή, αν και ο Παπαδιαμάντης γνώριζε αγγλικά. Οι επιμελητές παραθέτουν ικανά δείγματα με γαλλισμούς και αποκλίσεις από το αγγλικό πρωτότυπο για του λόγου το αληθές, όπως και ορισμένες μεταφραστικές αστοχίες του. Ωστόσο, το κρίσιμο σημείο σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι τα κριτήρια με τα οποία η ανυπόγραφη μετάφραση προσγράφεται στο μεγάλο πεζογράφο. Οι επιμελητές, που έχουν αναγάγει σε έργο ζωής την επίπονη προσπάθεια ανεύρεσης και έκδοσης του μεταφραστικού του έργου, καταθέτουν κειμενικές και εξωκειμενικές αποδείξεις. Οι πρώτες περιλαμβάνουν τα γλωσσικά τεκμήρια που συγκροτούν την παπαδιαμαντική συγγραφική ταυτότητα, φράσεις και λέξεις, όπως η σκιαθίτικη «κουρμαντέλα», το «βλέφαρον ιλλωπίζον» κ. ά., ενώ στις δεύτερες την ομολογημένη από την εφημερίδα συνεργασία του. «Αλλά τι να είπωμεν περί του….και τέλος του κ. Παπαδιαμάντη, όστις από ενός μόλις έτους μεταφράζει μόνον την επιφυλλίδα;»
Ο «Αόρατος», με την εξαιρετική αισθητική των εκδόσεων «Κίλχη», σε φιλολογική επιμέλεια του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου και της Λαμπρινής περιλαμβάνει ένα επίμετρο της Πέγκυς Καρπούζου και διακοσμείται από τα σχέδια της Εύης Τσακνιά. Η ιστορία ξεκινάει όταν ένας αλλόκοτος οδοιπόρος κάνει την εμφάνισή του σε ένα πανδοχείο του Ίπινγγ. «Εφόρει ένδυμα εκ βελούδου αμαυρού, με πλατύ περιλαίμιον μαύρον», σημειώνει ο μεταφραστής. Ο Γκρίφφιν, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, είναι ένας ταλαντούχος επιστήμονας που έχει ανακαλύψει τον τρόπο με τον οποίο ένας άνθρωπος γίνεται αόρατος. Οι φιλύποπτοι κάτοικοι προσπαθούν να ανακαλύψουν την ταυτότητα του μυστηριώδη επισκέπτη ο οποίος είναι φασκιωμένος και κρύβεται πίσω τα μαύρα γυαλιά του. Το μυστήριο μεγαλώνει όταν τα έπιπλα αρχίζουν να χορεύουν μόνα τους, τα καπέλα να πηδούν, οι καρέκλες να σηκώνονται. Μετά τις κλοπές θα ξεκινήσει η ιχνηλασία και η καταδίωξη του αόρατου. Αυτός οχυρωμένος πίσω από το πέπλο της διαφάνειας αποκτά την αίσθηση του αήττητου, για να καταλήξει άδοξα στο τέλος κάτω από τη μανία και τα χτυπήματα του πλήθους. Ο μεγάλος επιστήμονας, ο «καλλίτερον πεπροικισμένος τον οποίον έσχε ποτέ ο κόσμος» ξαναγίνεται ορατός μόνο νεκρός. Η αλαζονεία του, αφού έχει ανέλθει όλες τις βαθμίδες της κλίμακας του κακού, ξεκινώντας από την κλοπή εις βάρος του ίδιου του πατέρα του και φθάνοντας έως τη βία και τον φόνο, ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια. Σχεδιάζει τη βασιλεία του τρόμου, μεθάει από τη δύναμή του. Η τιμωρία, για την ύβρη που έχει διαπραχθεί και τα όρια που έχουν παραβιαστεί, θα επέλθει με τις δυνάμεις του καλού να θριαμβεύουν με τη βοήθεια του συνετού επιστήμονα δόκτορα Κεμπ.
Το κείμενο μεταμορφώνεται μέσα από μια λόγια γλώσσα. Στις ελάχιστες περιγραφές του Γουέλς ακούγεται ο απόηχος του Παπαδιαμάντη. «Από ενός λεπτού ίσως είχε μείνει με την πένναν εις τα χείλη, θαυμάζων το μεγαλοπρεπές πάγχρυσον φως, όταν η προσοχή του εφειλκύσθη από την μικράν κηλίδα την οποία απετέλει είς άνθρωπος, μαύρος ως μελάνη, τρέχων προς το μέρος αυτού ύπερθεν της κορυφής του λόφου». Εξαντλώντας όλη τη γλωσσική ποικιλία μετακινείται, όταν χρειάζεται, από τη στίλβουσα καθαρεύουσα στη ζωντανή δημοτική, που αναλαμβάνει να δώσει χρώμα στους διαλόγους. «Αλάργα! Αλάργα! έκραξε κάποιος.»
Η έκδοση του «Αόρατου» έρχεται να προστεθεί δίπλα στις μεταφράσεις σε αυτοτελείς τόμους των Ντοστογιέφσκι, Τσέχωφ, Γκυ ντε Μωπασσάν, Αλφόνσου Ντωντέ, Χαρτ Μπρετ, Χώλλ Κέιν, Αλφρέδου Κλάρκ, Φρειδερίκου Φάρραρ κ.ά. Το τεράστιο μεταφραστικό έργο του Παπαδιαμάντη αναδεικνύει την ευρωπαϊκή του θητεία και επιβεβαιώνει ότι αυτό το οποίο περιγράφεται ως «ελληνικότητα», σε πείσμα όσων την επικαλούνται, διαμορφώθηκε υποδόρια μέσα από συνεχείς ωσμώσεις με την ευρωπαϊκή λογοτεχνική πραγματικότητα.
ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ τχ. 93 καλοκαίρι 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου