Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2009

Κώστας Ντιός: Ο ζωγράφος και λογοτέχνης

Μεροληπτική κατάθεση



Ο Κώστας Ντιός γεννήθηκε στη Κοζάνη το 1959. Ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ecole Nationale Supérieure des Beaux-Arts στο Παρίσι το 1978. Δούλεψε αρχικά στο εργαστήρι του γλύπτη César. Συνέχισε στο εργαστήρι του Olivier Debré. Aποφοίτησε απ' τη Σχολή το 1983. Ζει στην Κοζάνη από το 1991 και εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση.

Οι σπουδές, η ατμόσφαιρα του Παρισιού αλλά και οι παρέες με συγγραφείς όπως ο Ντανίλο Κις συνέβαλαν ώστε η ζωγραφική του Κώστα Ντιό να εγγράφει στον καμβά τη μνήμη και την ιστορία της τέχνης συνομιλώντας με τους μεγάλους δασκάλους, όπως Magrit, o Rembrandt, o Van Gogh και ο Hieronymus Bosch.


Τοπία, γράφει η κριτικός Θάλεια Στεφανίδου, που νοσταλγούν ασέληνες νύχτες, άτακτα, ατημέλητα εσωτερικά εργαστηρίων, ψάρια θηράματα, τρίο γυναικών και ντουέτα ανδρών σπαράγματα της διάρρηξης ενός θερμού κόκκινου…Το αποτέλεσμα είναι καθηλωτικό. Πνευματικότητα και λυρισμός, ρυθμός και κίνηση θέρμη και πάθος.»

Σήμερα συνεχίζει τις δονικιχωτικές του περιπλανήσεις μακριά από τον θόρυβο του κέντρου όπου βρίσκονται τα χρηματιστήρια των εικαστικών αξιών. Αισθάνομαι ότι του κλέβω πολύτιμο χρόνο όταν φιλοσοφούμε μετ’ ευτελείας ποτίζοντας τις οινοπνευματικές συζητήσεις μας με ατέλειωτα ποτήρια μπύρας. Γι’ αυτό και η ενοχική αυτή μεροληπτική κατάθεση.


Κώστας Ντιος: Αυτοβιογραφικό σημείωμα


….Το 1978 ήμουνα στην Ecole des Beaux-Art Παρισιού, στο εργαστήρι του γλύπτη Cezar. Συνέχισα στο εργαστήρι ζωγραφικής του Ol Debre. Τον Ιούνιο του 1984 άφησα με βαριά καρδιά την ερωτική πόλη του φωτός. Πίσω απ’ τα τζάμια του τραίνου, κάπου στην Ιταλία, οι παπαρούνες χόρευαν χαρούμενες στα χωράφια.

Κατά καιρούς, ανασύροντας από διάφορες γωνιές του εργαστηρίου μου ζωγραφιές προηγούμενων χρόνων, που επέζησαν κακήν –κακώς, είδα πως όλες μαζί συνέθεταν ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα. Λέω μυθιστόρημα γιατί δεν ξέρω αν εγώ «μιλούσα» μ’ αυτές τις ζωγραφιές ή εκείνες με τη μυθοπλαστική τους επιμονή έχτιζαν το παραμύθι, μέσα στο οποίο βολεύομαι εδώ και πολλά χρόνια. Παραπαίοντας στις ετερόκλητες επί το πλείστον διαθέσεις των επαρχιών, στις οποίες καλώς ή κακώς ιδιωτεύω, ένοιωθα σαν αιρετικός όταν ζωγράφιζα κι έκρυβα το αποτέλεσμα της δουλειάς μου, ενώ βούλιαζα (δεν είναι δύσκολο να συμβεί σε κάποιον εδώ στα βόρεια προάστια της Ελλάδας) σε βιοτικές χασομέρειες κι ανόητα πάρεργα- διετέλεσα διακοσμητής ταβανιών, τοιχογράφος, περιστασιακός αγιογράφος, ενώ για λίγο άσκησα το έντιμο επάγγελμα του ελαιοχρωματιστή- βλέποντας παλιά μου ευρήματα γεμάτα νεανική δύναμη κι ορίζοντες αγαπημένους να απομακρύνονται αμετάκλητα.



Θέτοντας την ειλικρίνεια μου ενώπιον των ευθυνών της και υπό την οξυδερκή κρίση των ιχνηλατών ελαφρών αφηγημάτων, θα πω ότι το 1989, με τις ευλογίες του αειθαλούς φίλου Κώστα Λαχά και τη ηθική συμπαράσταση των Δ. Φράγκου και Τέτας Μακρή, επιβιβάστηκα με ό,τι νόμιζα δικό μου σε μια παλιά μηχανή με καλάθι, αρχίζοντας ένα απρόβλεπτο ταξίδι. Χρειαζόμουνα ένα όχημα που θα με οδηγούσε σε πράγματα που, ενώ με συγκινούσαν, είχα ξεχάσει και χάσει. Ο ξεχασμένος μου εαυτός, προσωποποιημένος στην παρουσία στο καλάθι της μηχανής, του παλιού απ’ το δημοτικό συμμαθητή μου Κώστα Καρύδα (είναι περίεργα τα οχήματα και τα πρόσωπα που επιλέγει η βιωματική μας μνήμη), λειτούργησε σα μίτος που θα μ’ έβγαζε απ’ αυτό το ανύπαρκτο παρόν.


Στα θολά ηλιοβασιλέματα του ταξιδιού, στους παγωμένους χειμώνες της βόρειας Ελλάδας και στην απατηλή βεβαιότητα των καλοκαιριών που ακολουθήσανε, την τέχνη που θεωρούσα κτήμα μου και γλωσσικό ιδίωμα σπάνια τη συνάντησα με το πρόσωπο που φανταζόμουνα. Ζωγράφιζα αγγίζοντας ελάχιστα τα όνειρά μου, των οποίων συνεχίζω να είμαι όμηρος, ενώ στα ελάχιστα ραντεβού με το θαύμα της δημιουργίας ευχόμουνα να μη βρεθώ ανυποψίαστο θύμα της ανθρώπινης ματαιοδοξίας. Το 1997, κοιτάζοντας για λίγο πίσω στην εποχή της εφηβείας μου (συνήθεια όσων έχουν προσπεράσει με ολοένα αυξανόμενη ταχύτητα τα σαράντα), μου προέκυψε η επιθυμία να ζωγραφίσω ανθρώπους και τοπία, που σε ανύποπτο χρόνο είχα φωτογραφίσει χωρίς συγκεκριμένο λόγο, καθώς και η επιθυμία να διασκευάσω πρωτόλειες ζωγραφιές μου, της εποχής του «πρώτου έρωτα» για τη ζωγραφική, αδιαφορώντας όλο και περισσότερο για την εικαστική υπόσταση των προτάσεών μου. Σε πολλές από τις εικόνες που προέκυψαν η συμμετοχή μου ήταν αυτή του φιλότεχνου σχολιαστή, ενώ αυτή η μεταμοντέρνα κατάσταση με οδήγησε στην υστερόβουλη όσο κι εγωκεντρική σκέψη ότι οι καλοί φιλότεχνοι είναι ένα κόσμημα εξ ίσου πολύτιμο με τους , εν γένει, πολύτιμους ζωγράφους.


info: Κώστας Ντιός, http://www.ntios.gr/


4 σχόλια:

Ιωάννα Λουλάκη είπε...

Έχω μια απορία :
Γιατί ο Κώστας Ντιός δεν προβάλλει τα πορτραίτα ποιητών, που για μένα είναι τα καλύτερά του ;
Ξέρω τέσσερα: Του Μανόλη Αναγνωστάκη, από το 121 τεύχος του περιοδικού "Φιλόλογος", του Διονυσίου Σολωμού, από το 141 τεύχος του περιοδικού "Παρέμβαση"
και των Μίλτου Σαχτούρη - Ηλία Λάγιου από την αφίσα μιας ημέρας ποίησης στην Κοζάνη.
Με συγκινούν όλα, τον θεωρώ σπουδαίο καλλιτέχνη απ' αυτά
(θέλω κι εγώ να ζωγραφίζω έτσι...).
Άραγε έχει άλλα τέτοια;
(σε τεύχος του "ειρμού" δε λέει ότι γεννήθηκε στην Κοζάνη, αλλά στη Σιάτιστα Κοζάνης, και εγώ είχα χαρεί γι αυτό, αφού τη θεωρώ δεύτερή μου πατρίδα -φοίτησα 6 χρόνια στο Τραπάντζειο Γυμνάσιο και έγινα νυφ Σιατσνή...)

Ιωάννα Λουλάκη είπε...

Για να διασώσω το πρηγούμενο σχόλιό μου, το μετέφερα πριν λίγο σε ένα word.Μεταξύ των λέξεων που μου κοκκίνισε ήταν και το πορτραίτο-πορτρέτο.Μου κακοφάνηκε, μου αρέσει πιο πολύ αυτή η γραφή, έτσι το γράφαμε εξάλλου παλιότερα... Βέβαια σ'αυτή την εκδοχή με παρέσυρε ο Ντιός(κι εδώ, αν το έγραφα σε "έκθεση ιδεών",θα μου το κοκκίνιζε ο ..."σύγχρονος φιλόλογος":"οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν τονίζονται!" Ντιος ατόνιστο μου φαίνεται λειψό. Ας την τυπική γραμματική κυρ φιλόλογε,υπάρχει και η γραμματική της καρδιάς λέω εγώ,και "η γραμματική της φαντασίας" λέει ο Gianni Rodari).Ο Ντιός λοιπόν, ως γαλλομαθής,και όχι μόνο,στο www.ntios.gr γράφει:"πορτραίτα",αφού στα γαλλικά portrait (όπως train,γι'αυτό παλιότερα γράφαμε "τρένο"). Σ'ευχαριστώ,αγαπητέ Ντιό,και για τη γλωσσολογική περιήγηση...

Ιωάννα Λουλάκη είπε...

Έτσι μπράβο!
Ειχα προσπαθήσει, αφού έκανα τη σάρωση των πορτραίτων που αναφέρω στο της απορίας σχόλιό μου,να τα μεταφέρω εδώ (αφέλεια-απαίτηση μίας αρτι-blogerinas), αλλά δε γινόταν...

giovdim είπε...

Εξαιρετική παρουσίαση ενός μεγάλου ζωγράφου.