Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Η Εβραϊκή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης και οι σιωπές

Λέων Ναρ, «Ξανά στη Σαλονίκη,  
Η μετέωρη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων 
στον γενέθλιο τόπο (1945-1946)», εκδ. Πόλις, 2018                                   "Η Αυγή", 5.5.2019
Από την εποχή του «In Memoriam. Αφιέρωμα εις την μνήμην των Ισραηλιτών θυμάτων του ναζισμού εν Ελλάδι» (1974) κατά την οποία ήταν ελάχιστες οι προφορικές και γραπτές μαρτυρίες ή τα λογοτεχνικά κείμενα για τη γενοκτονία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, ώστε η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου να παρατηρεί ότι «η Θεσσαλονίκη αρνιόταν να γίνει τόπος μνήμης», μέχρι σήμερα, κύλησε πολύ νερό κάτω από τις γέφυρες της ιστοριογραφίας και της λογοτεχνίας. Έτσι, σήμερα πυκνώνουν οι σχετικές μελέτες και συγκεντρώνεται μια πλούσια βιβλιογραφία για την προσέγγιση της ιστορικής αλήθειας.
Τελευταίο δείγμα αποτελεί το «Ξανά στη Σαλονίκη, Η μετέωρη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων στον γενέθλιο τόπο (1945-1946)» του Λέων  Ναρ που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Το βιβλίο έρχεται να προστεθεί στις υπόλοιπες μελέτες του συγγραφέα για τη Θεσσαλονίκη και την εβραϊκή κοινότητα. Η έρευνά του εστιάζεται στα δυο κρίσιμα χρόνια της επιστροφής των επιζώντων από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο φακός στρέφεται περισσότερο στις συνθήκες που συνάντησαν στην πόλη, στο ζήτημα της λεηλασίας των εβραϊκών περιουσιών, στην ολοκληρωτική καταστροφή και λεηλασία του εβραϊκού νεκροταφείου με τα 400.000 μνήματα για να κτιστεί η πανεπιστημιούπολη. Ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας πρωτότυπο υλικό από το αρχείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και του «Ισραηλιτικού Βήματος» αφιερώνει πολλές σελίδες για να φωτίσει τον αγώνα όσων επέστρεψαν για τη διεκδίκηση των περιουσιών τους από τους «μεσεγγυούχους»  και τον σκοτεινό ρόλο της Υπηρεσίας Διαχείρισης Ισραηλιτικών Περιουσιών (ΥΔΙΠ), που κατέσχεσε τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, ωστόσο, η μελέτη του επικεντρώνεται στον επιζώντα ως άνθρωπο και την καθημερινότητά του, ο οποίος μετά τη φρίκη που αντιμετώπισε στα στρατόπεδα αντιμετωπίζει την παγερή σιωπή της πολιτείας στην προσπάθεια να σταθεί στα πόδια του και να ξαναχτίσει την κοινότητά του. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ εγκαταλείφθηκαν 10.000 κατοικίες, μεταπολεμικά δεν μπορούσαν στεγαστούν ούτε 1.200 Ισραηλίτες.
Ο Λέων Ναρ υπογραμμίζει την αδιαφορία, έως τα όρια της εχθρότητας, του διοικητικού γραφειοκρατικού μηχανισμού για το ζήτημα της απόδοσης των περιουσιών στους δικαιούχους. Επισημαίνει γλαφυρά την άγρια κερδοσκοπία των μεσεγγυούχων από την καταστροφή. Διακρίνει τους Θεσσαλονικείς ανάλογα με τη συμπεριφορά τους απέναντι στα  θύματα σε εκείνους που έδειξαν το ανθρωπιστικό τους πρόσωπο και σε όσους επεδίωξαν το προσωπικό όφελος από τον πόνο. Ωστόσο, υπάρχει κάτι ακόμη βαθύτερο για τη γενικότερη στάση όλων που ανιχνεύεται στο συλλογικό ασυνείδητο. Το κρίσιμο ερώτημα είναι η σιωπή: γιατί ακόμη κι αυτοί που έβλεπαν με συμπάθεια τους Εβραίους δεν μίλησαν; Είναι η «υποδόρια ενοχή» της Θεσσαλονίκης για την οποία μίλησε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος στη συνέντευξη που μου παραχώρησε και ανιχνεύεται στη στάση των πνευματικών ανθρώπων της πόλης: «Η έρευνά μου για το τι έκαναν οι ποιητές της Θεσσαλονίκης για τους Εβραίους, με απογοήτευσε. Είναι αστείο πράγμα για μια πόλη, τριακοσίων χιλιάδων κατοίκων, να έχουν γραφεί δέκα υποφερτά ποιήματα και άλλα τόσα πεζά». (Αυγή 1.1.2005)
Τι συμβαίνει κι ενώ σε ανθρώπινο επίπεδο το δράμα των Εβραίων συγκλονίζει τις συνειδήσεις, δεν χωράει στα συγγραφικά σχέδια ή δεν εμπνέει μεγαλόπνοες συνθέσεις; Μπορεί να συνυπάρχουν και λογοτεχνικοί λόγοι γι’ αυτή τη συγγραφική αμηχανία και την άρνηση της θεματοποίησης. Ενώ η Ιστορία της «Μητέρας Θεσσαλονίκης» έχει κυρίαρχη θέση στο έργο των Ν. Γ. Πεντζίκη και Γ. Ιωάννου, υπάρχουν τυφλά σημεία που επιτρέπουν να δημιουργηθεί το εθνικό αφήγημα της ελληνικής συνέχειας. Της συμβασιλεύουσας, μιας πολιτείας ελληνικής «εις τους αιώνας των αιώνων». (Γιώργος Ιωάννου, «Το δικό μας αίμα», Κέδρος, Αθήνα 1986, σελ. 75) Ο Γιώργος Ιωάννου μας έδωσε, βέβαια, τα καλύτερα και γνησιότερα πεζογραφήματα για τους Εβραίους, έντονα βιωματικά και συναισθηματικά φορτισμένα. Ωστόσο, και από τους δυο λογοτέχνες είναι ελάχιστες οι αναφορές στην οθωμανική περίοδο των πέντε αιώνων. Ο Πεντζίκης ουσιαστικά αγνοεί και την εθνοτική ομάδα των  Εβραίων. Μέσα από τους αρμούς και τις αποσιωπήσεις, την επιλεκτική μνήμη,  φαίνεται η κατασκευή της ταυτότητας και της παράδοσης. Η στάση των λογοτεχνών αντικατοπτρίζει τη γενικότερη στάση των Θεσσαλονικέων και ερμηνεύει την αδιαφορία των αρχών για την οποία μιλάει ο συγγραφέας: μια μακρόσυρτη σιωπή στο όνομα των εθνικών σκοπιμοτήτων.
Το βιβλίο του Λέων Ναρ αποδεικνύει ότι η πόλη της Θεσσαλονίκης μετά από δεκαετίες ιστορικού τραυλίσματος και σιωπής αναστοχάζεται με αυτοπεποίθηση, διαχειρίζεται ψύχραιμα τη μνήμης της, αποκτά τη φωνή της.


Δεν υπάρχουν σχόλια: