ΤΑΣΟΣ ΚΑΛΟΥΤΣΑΣ, Η ωραιότερη μέρα της
Εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2010, σ. 212
Μια προσφιλής τεχνική των πεζογράφων είναι να φέρνουν τους ήρωές τους σε οριακές καταστάσεις. Είναι ένας τρόπος που πριμοδοτεί τις συγκρούσεις και τα σημαντικά γεγονότα. Ο ήρωας δοκιμάζεται στα όριά του. Τα βάσανά του καθιστούν ανάγλυφο τον χαρακτήρα. Ο συγγραφέας καιροφυλακτεί πάνω από το δοκιμαστήριο της αφήγησης για να αποσπάσει την αλήθεια του. Υπάρχει, ωστόσο, και η αντίθετη σχολή με πατριάρχη, θα έλεγα, τον Τσέχωφ. Τίποτα συνταρακτικό δεν φαίνεται να συμβαίνει στους ήρωες. Κινούνται σε μια πεζή καθημερινότητα χωρίς μεγάλα πάθη. Tα κίνητρά τους παραμένουν στην ομίχλη. Η πλοκή και η δράση είναι υποτυπώδεις. Κι όμως, η εντύπωση από τα έργα αυτά παραμένει ισχυρή καθώς ο αναγνώστης παίρνει τη σκυτάλη για να συμπληρώσει μόνος του το παζλ και να φωτίσει τα μικρά καθημερινά στιγμιότυπα στα οποία κρύβεται η ανθρώπινη μοίρα.
Συστηματικός θιασώτης αυτού του τρόπου είναι ο Τάσος Καλούτσας. Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1983, ενώ η πρόσφατη συλλογή διηγημάτων «Η ωραιότερη μέρα της» είναι το πέμπτο βιβλίο του. Ένα σύνολο από δέκα εξαιρετικές ιστορίες, οι οποίες ωρίμασαν στη διάρκεια μιας δεκαετίας, χωρίς το άγχος της εμφάνισης που κατατρύχει τους σύγχρονους πεζογράφους. Η θεματική τους φωτίζει κυρίως τις οικογενειακές σχέσεις, συνήθως με τους ανιόντες, τις ερωτικές ή φιλικές σχέσεις, ενώ σε μερικά διηγήματα, στο βάθος και ως φόντο, εισβάλει από τη μικρή οθόνη μια απειλητική πολεμική πραγματικότητα. Γενικά οι οικογένειες παρουσιάζονται άλλοτε διαλυμένες κι άλλοτε ως ένα καταφύγιο, ένα «αμυδρό, αβέβαιο φως». Στο ομώνυμο διήγημα της συλλογής, περιγράφει την επίσκεψη ενός μεσήλικα άντρα στην ηλικιωμένη μητέρα του. Σε αντίθεση με τη γενικότερη εικόνα των σύγχρονων ελληνικών μυθιστορημάτων, όπου της αποδίδονται οι δυσλειτουργίες της ελληνικής οικογένειας, στην εν λόγω ιστορία η μητέρα εικονίζεται ως ένας άλλος κόσμος στοργής, που λειτουργεί σαν καθρέφτης αυτογνωσίας και σύγκρισης για τον αποτυχημένο στη ζωή του ήρωα.
Στο «Συλλαλητήριο» ο ήρωας φέρει το ειρωνικό όνομα Ναπολέων, καθώς η μόνη νίκη που φαίνεται να έχει στη ζωή του είναι η επανάσταση της σάρκας με τη λατρεία της πορνογραφίας. Την ημέρα των μεγάλων διαδηλώσεων ενάντια στον πόλεμο του Ιράκ περιφέρεται ανάμεσα στα πλήθη των διαδηλωτών που συρρέουν, ταλαντευόμενος ανάμεσα στην επιλογή της διαδήλωσης και την αναζήτηση των καλύτερων ερωτικών ταινιών από τα βιντεοκλάμπ. Η συνείδησή του ρητορεύει ενάντια στους πολεμοκάπηλους, αλλά το κορμί συντονίζεται στα βήματα ερωτικής ηδονής. Διχασμένος και γεμάτος ενοχές, προσπαθεί να ηρεμήσει τον εαυτό του με τρυφερές δικαιολογίες και υποσχέσεις, ενώ βυθίζεται όλο και πιο πολύ, όπως ολόκληρη η γενιά του, στην ιδιώτευση και την προσωπική του ευχαρίστηση. Σε αρκετά διηγήματα ο παγκοσμιοποιημένος κόσμος δίνει αφορμές όχι για κοινωνική κριτική, αλλά για να θέσει συνειδησιακά προβλήματα στους ήρωες.
Οι αδιέξοδες ερωτικές σχέσεις είναι στο επίκεντρο των ιστοριών «Οι βίλλες», με τη μορφή του ερωτικού τριγώνου, και το «Χιόνι». Ιδιαίτερα στην δεύτερη το χιονισμένο τοπίο αποτελεί το σκηνικό του δράματος. Παρ’ όλο που εκλαμβάνεται από τον ήρωα ως σύμβολο των δυνατών συναισθημάτων και της ομορφιάς του κόσμου, καταλήγει να είναι το φόντο όπου θα γραφεί το άδοξο, αλλά τόσο συνηθισμένο τέλος. Οι δυο χαρακτήρες φαίνεται ότι δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Οι διάλογοι δεν αγγίζουν τον συνομιλητή. Οι δρόμοι χωρίζουν. Ο πρωταγωνιστής μοιάζει με θύμα και παίγνιο στα δάκτυλα της ερωμένης του. Σε όλες τις ιστορίες, γενικά, περιγράφονται ανθρώπινες σχέσεις σε κρίση. Οι ήρωες μεσήλικες άντρες, συνάδελφοι, φίλοι, γεμάτοι ενοχές και ηθικά διλήμματα αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν ακαθόριστες απειλές, να δικαιώσουν την ύπαρξή τους.
Το προνομιακό υλικό της αφήγησης του Καλούτσα είναι η εμπειρία. Με έναν χαμηλόφωνο τόνο ενορχηστρώνει φαινομενικά ασήμαντα περιστατικά. Η υστέρηση σε σημαντικά εξωτερικά συμβάντα αναπληρώνεται από τη δόμηση του εσωτερικότητας των ηρώων. Τα πρόσωπα αναδεικνύονται και επισκιάζουν τη δράση. Κάτω, όμως, από την ακύμαντη επιφάνεια των διαλόγων υπάρχει ένας ψυχικός κόσμος από υποβρύχια ρεύματα. Δεν ανεβαίνουν στον αφρό, αλλά εξακολουθούν να σαλεύουν στο σκοτεινό πόντο. Ωστόσο, κι αυτή είναι η μεγάλη τέχνη του συγγραφέα, στον αναγνώστη παραμένει ως ίζημα μια αίσθηση ζωής που κάνει πιο υποφερτή την παραδοχή της ήττας, περισσότερο δυνατή τη συμφιλίωση με την πληγή και την ανθρώπινη μοίρα.
ΑΥΓΗ 13.2.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου