Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Ελεγεία για μια χαμένη γενιά.

Τους τελευταίους μήνες έχει αναπτυχθεί ένας άτυπος δημόσιος διάλογος γύρω από τις ευθύνες της «γενιάς του Πολυτεχνείου». Ενδεικτικά αναφέρω μόνον τους Στέλιο Ράμφο (1), Νίκο Μπίστη (2), Ριχάρδο Σωμερίτη (3), Μίμη Σουλιώτη (4), Δημήτρη Σεβαστάκη (5), Κώστα Ιορδανίδη (6), Λαοκράτη Βάσση (7), κ. ά." ο συγγραφέας Μάκης Καραγιάννης μιλά στηνΚρυσταλία Πατούλη για τη γενιά του Πολυτεχνείου.
Οι τοποθετήσεις τους περιλαμβάνουν μια μεγάλη ποικιλία απόψεων από την λοιδορία και την κατηγορηματική άρνησή της  μέχρι τη φανατική υπεράσπιση. Οι υπερασπιστές -Νίκος Μπίστης, Ριχάρδος Σωμερίτης, Μίμης Σουλιώτης- υποδεικνύουν ότι οι εκπρόσωποί της δεν είναι όλοι ίδιοι και ότι στη Μεταπολίτευση είχαμε την καλύτερη δημοκρατία, την ένταξη στην ΕΟΚ και την Ευρωζώνη, ενώ ποτέ πριν δεν είχε ακμάσει και εξευρωπαϊσθεί η πολιτιστική μας ζωή τόσο πολύ. Απεναντίας  οι κατήγοροι -Στέλιος Ράμφος, Δημήτρης Σεβαστάκης, Κώστας Ιορδανίδης, Λαοκράτης Βάσσης της χρεώνουν ότι   διατήρησαν το «επαναστατικό» τους προσωπείο, ενώ ταυτόχρονα αναδείχθηκαν άτεγκτοι διαχειριστές της εξουσίας, αφομοιώθηκαν γρήγορα, εξαργύρωσαν βιαστικά το επίτευγμα, με τα σύμβολα και τα προνόμια της εξουσίας, ακολούθησαν το δρόμο του λαϊκισμού.

Όμως παρόλο που τώρα λοιδορείται η γενιά αυτή υπήρξε το πρότυπό μας.Αγαπήσαμε τα τραγούδια της, διαβάσαμε τους ποιητές της και προπαντός ακολουθήσαμε τον μύθο της.  Η ιστορία της υπήρξε ένα κομμάτι από τη ζωή όλων μας.  Βέβαια σ’ αυτό τον έρωτα η προδοσία δεν ήταν εκκωφαντική, αλλά ήταν μια σχέση που φυλλορρόησε με τα χρόνια.  Το ανάθεμα και  οι επικρίσεις είναι μεγάλες, γιατί τώρα είναι η ώρα του απολογισμού.
Το μυθιστόρημα μου που κυκλοφόρησε πρόσφατα  -«Το όνειρο του Οδυσσέα»- θέτει με έναν άλλο τρόπο το  ίδιο ερώτημα για τη γενιά του Πολυτεχνείου και τη Μεταπολίτευση. Ο Οδυσσέας, που είναι ο αφηγητής, ζει τη διάλυση του ονείρου μιας εποχή και αναρωτιέται: Πώς αναποδογυρίστηκαν οι αξίες;
Περιγράφει τη χαμένη γενιά που ξεκίνησε  κάποτε με την ωραία ματαιοδοξία να αλλάξει τον κόσμο, αλλά έμεινε στα μισά του δρόμου και διαλύθηκε σε μια μπελ εποκ της κατανάλωσης. Τη γενιά με τα μεγάλα οράματα που άντεξε τον φάλαγγα και τον βούρδουλα, αλλά λύγισε στο βελούδινο χέρι. Που άφησε στην άκρη το φωτοστέφανο και αναζήτησε με πάθος την κοινωνική άνοδο, τη λατρεία της επιτυχίας, το όνειρο του εύκολου χρήματος, τη γκλαμουριά και τη χλιδάτη ζωή, ξεχνώντας την ηθική και την κοινωνική της συνείδηση.
Πρέπει να πούμε, όμως, ότι δεν φταίει για όλα. Η οικονομική κρίση έχει αναμφισβήτητα και τις διεθνείς διαστάσεις ενός παγκοσμιοποιημένου συστήματος. Είναι, όμως, εμφανής  η ηθική της χρεοκοπία. Η γενιά που λατρεύεται στις σχολικές γιορτές όπως ο Κολοκοτρώνης και όπως εκείνη που αντιστάθηκε στα βουνά της Αλβανίας, είχε το ηθικό ανάστημα και το κύρος να οδηγήσει σε μια Ελλάδα της αξιοπρέπειας. Παρ’ όλα αυτά πιστεύω ότι δεν αντιστάθηκε. Αντίθετα, ενσωματώθηκε στα κόμματα και το σύστημα, συμβιβάστηκε, έχτισε και συνυπέγραψε την σημερινή Ελλάδα της παρακμής. Όπως θα έλεγε κι ο Μπρέχτ: «Ξέφυγε από τους καρχαρίες/ και νίκησε τους τίγρεις/ την έφαγαν όμως/ οι κοριοί».
Νομίζω πως ακούω τον αυτονόητο αντίλογο. Ήταν όλοι αυτής της γενιάς έτσι; Προφανώς όχι και το ξέρω καλά. Το μυθιστόρημα ήθελε να επισημάνει τις ευθύνες της με ένα κραυγαλέο παράδειγμα.  Είναι πολλοί αυτοί που σιώπησαν και κράτησαν την αξιοπρέπειά τους και απ’ αυτή τη γενιά και από τις προηγούμενες. Αλλά αυτούς η κοινωνία τους πέταξε στο περιθώριο.
Όμως παρά τις καίριες ευθύνες της ας μη σπεύσουμε να την μετατρέψουμε βολικά σε αποδιοπομπαίο τράγο. Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο Στέφανος Δενδρινός, που συμμετείχε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου και βασανίστηκε γι’ αυτό, υπέκυψε στο όνειρο του εύκολου χρήματος. Διέπραξε την ύβρη της απληστίας. Αλλά όπως λέει στο μυθιστόρημα και η Μιράντα ας μη βιαστούμε να τον καταδικάσουμε.
«Ο ιατροδικαστής θα έκανε την εξής διάγνωση: υπερβολική δόση. Εµείς προσέχουµε, αλλά δεν είµαστε αδιάβροχοι». Οι αναμφισβήτητες ευθύνες της γενιάς του Πολυτεχνείου δεν αναιρούν τις ευθύνες των υπολοίπων. Το λάθος που αναζητά ο Οδυσσέας για λογαριασμό του Στέφανου είναι το κοινό λάθος των περισσότερων. Γιατί το ήθος που δυστυχώς  κυριάρχησε στη μεταπολίτευση ήταν: γήπεδο, μπουζούκια -τα γνωστά πολιτιστικά κέντρα σύμφωνα με  έναν λαοφιλή υπουργό-, επαναστατική ρητορεία, βόλεμα μέσα από το κόμμα, trash TV, νεοελληνική μαγκιά -«ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». 
Όπως πολύ χαρακτηριστικά έγραψε ένας μεγάλος έλληνας, ο Κώστας Αξελός: «Οι Νεοέλληνες δεν κατασκευάζουν τον κόσμο, ούτε καν την ίδια τη χώρα τους. Δεν ξέρουν να «φτιάχνουν». Ξέρουν να κλείνουν το δρόμο εις βάρος  των άλλων, να καταλαμβάνουν σχολεία και πανεπιστήμια, ακόμη και να τα καταστρέφουν, να κλείνουν χωματερές, να αποκλείουν λιμάνια. Αν υπήρχε Νόμπελ στις καταλήψεις και τις καταστροφές θα το παίρναμε. Δυστυχώς όμως δεν έχουμε μάθει να δημιουργούμε.
Υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα. Γιατί έφτασε ο Στέφανος σ’ αυτό το σημείο. Ο καθένας ας δώσει τη δική του απάντηση. Μια εύστοχη απάντηση πάντως έδωσε  ο Φλωμπέρ 130 χρόνια πριν:  «Το µεγάλο όνειρο της Δηµοκρατίας είναι να εξυψώσει τον προλετάριο στο ίδιο επίπεδο βλακείας που έχει φτάσει ο αστός». Νομίζω ότι η δημοκρατία χωρίς παιδεία και χωρίς αίσθηση της συλλογικότητας διαλύει την κοινωνία σε μικροσυμφέροντα.
Τα τελευταία τριανταπέντε χρόνια η λέξη που κυριάρχησε σε όλες τις πτώσειςείναι τα «δικαιώματα». Απεναντίας εκείνη που εξαφανίστηκε από λεξιλόγιο ήταν η  «ευθύνη». Ο λαϊκισμός, η κυρίαρχη ιδεολογία της μεταπολίτευσης, διαπότισε  όλα την κοινωνία  και μετέτρεψε την πολιτική από δρόμο αγώνων και προσφοράς σε  πάρτυ για την κατοχύρωση των επιδομάτων και των κεκτημένων, ενάντια σε όσους δεν είχαν φωνή και σε κάθε έννοια δημοσίου συμφέροντος.
Όμως,  σ’ αυτή την δύσκολη εποχή που μοιάζει να διαλύεται η κοινωνία,ήρθε  η ώρα να  αναστοχαστούμε. Να τραβήξουμε το «πέπλο» και να ξαναδούμε κριτικά τις κοινοτοπίες τις οποίες αναμασούσαμε. Γιατί οι λέξεις δεν εφαρμόζουν πια πάνω στα πράγματα. Και πρέπει να ξαναβρούμε πάλι την αλήθεια τους. Να αναδείξουμε τις αξίες που έσβησαν. Την αλληλεγγύη. Την αξιοκρατία. Την υπεράσπιση των αδύνατων. Να ξαναπιάσουμε το νήμα της συλλογικότητας και της ανιδιοτέλειας που ξεχάσαμε και χάσαμε μέσα στις πομφόλυγες της Μεταπολίτευσης.
------------------------------
1.    Στέλιος Ράμφος«Η ευκαιρία της κρίσεως», steliosramfosgr.wordpress.com, 09.06.2011
2.    Νίκος Μπίστης, «Υπέρ Γενιάς του Πολυτεχνείου», protagon.gr, 05.09.2011
3.    Ριχάρδος Σωμερίτης, «Μας περικυκλώνουν οι άθλιοι», ΒΗΜΑ, 09.10.2011
4.    Μίμης Σουλιώτης, «Να ζει το «Πολυτεχνείο»..., ΝΕΑ, 12.10.2011
5.    Δημήτρης Σεβαστάκης, «Η νοθεία», Ελευθεροτυπία, 09.02.2011
6.    Κώστας Ιορδανίδης, Καθημερινή,  Η «Γενιά του Πολυτεχνείου», 04.09.2011
7.    Λαοκράτης Βάσσης, «Η χρεοκοπία της Μεταπολίτευσης», εκδ. Ταξιδευτής, 2011

2 σχόλια:

Πάπισσα Ιωάννα είπε...

Μάκη,
δείχνεις, όχι μόνο με αυτή την ανάρτηση, ότι στοχάζεσαι πάνω στα πολιτικοκοινωνικά προβλήματα του τόπου και τα μπλογκοποιείς με εύστοχες συγκεντρωτικές αναφορές.
Ο προβληματισμός με κέντρο τη λογοτεχνία αλλά με κύκλους στον πολιτικό και τον ευρύτερο πολιτισμικό χώρο είναι, νομίζω, ένα από τα βασικά κέρδη όσων ασχολούνται με αυτήν.

Η γενιά του Πολυτεχνείου, τώρα, σηκώνει πολλά βάρη, μάλλον επειδή κατάφερε πολλά και ανέδειξε την Ελλάδα, ΑΛΛΑ εκμεταλλεύτηκε την επιτυχία-της για ίδιον όφελος. Κι αυτό το μάθημα ιδιοτέλειας είναι, κατά τη γνώμη-μου, η κακή κληρονομιά που αφήνει στους νυν και στους επόμενους.
Την καλημέρα-μου
Πατριάρχης Φώτιος

Μάκης Καραγιάννης είπε...

Ιδιοτέλεια, συμβιβασμός και άλλα πολλά.
Νομίζω όμως δεν μπορούμε να τους χρησιμοποιούμε ως άλλοθι οι υπόλοιποι.
Την καλησπέρα μου.